Οι λεπτομέρειες και οι τραγικές ελλείψεις που οδήγησαν στον
εφιάλτη του νυχτερινού κέντρου στη Σάντα Μαρία, στη νότια Βραζιλία, προκαλούν
απορία και οργή στη χώρα για τον χαμό τουλάχιστον 232 θαμώνων, κυρίως νεαρών,
από τον καπνό και την αστραπιαία εξάπλωση της πυρκαγιάς στον κλειστό μαγαζί:
Δεν υπήρχε συναγερμός, δεν είχε τηρηθεί σχεδόν καμία από τις προβλέψεις
ασφάλειας και ακόμη και τα λίγα που μπορούσαν να γίνουν, αλλά δεν έγιναν,
έκαναν -κυριολεκτικά- τη διαφορά μεταξύ ζωής και θανάτου.
Το βασικότερο ήταν η ύπαρξη μίας και μοναδικής εξόδου -η
κεντρική πόρτα, μπροστά στην οποία περιμένουν
κανονικά οι υπάλληλοι για να πληρώσουν, όπως συνηθίζεται, οι θαμώνες πριν φύγουν-
σε συνδυασμό με την απουσία συστήματος ειδοποίησης σε ένα μαγαζί με
διαφορετικές απομονωμένες αίθουσες.
Το συγκρότημα που έπαιζε το βράδυ του Σαββάτου στη σκηνή του
κέντρου άναψε κατά τη διάρκεια της παράστασης κάποιου είδους βεγγαλικό. Η
φλόγα όμως έκαψε υλικό μόνωσης στο ταβάνι της σκηνής.
Ο τραγουδιστής του συγκροτήματος που αντιλήφθηκε τη φωτιά
προσπάθησε να την σβήσει με το μπουκάλι νερού που είχε για να πίνει, αλλά
μάταια. Προσπάθησε ξανά, ενώ η μουσική έπαιζε, με άλλο μπουκάλι νερού στη
σκηνή αλλά και πάλι χωρίς αποτέλεσμα. Μέλος του προσωπικού του μαγαζιού έδωσε
στον τραγουδιστή έναν πυροσβεστήρα, ο οποίος δεν έβγαζε όμως τίποτα.
Ο πυροσβεστήρας, ένας από τους λίγους στο χώρο -λιγότερους από
εκείνους που προβλέπουν οι κανονισμοί- δεν λειτουργούσε. Παράλληλα, η φωτιά
εξαπλωνόταν στο εύφλεκτο υλικό αλλά -μαζί με τα φώτα- δεν έγινε αντιληπτή
παρά μόνο σε όσους ήταν πολύ κοντά στην σκηνή.
Όσοι ήταν πιο μακριά, αντιθέτως, και εκείνοι που βρίσκονταν
στις άλλες δύο αίθουσες του μαγαζιού, δεν κατάλαβαν τίποτα μέχρι που ήταν
πολύ αργά. Δεν υπήρχε κανένας συναγερμός να χτυπήσει, ούτε και κανένας τρόπος
να φωτιστεί ο δρόμος προς τη μοναδική έξοδο.
Αρκετοί μάλιστα, αν και κατάλαβαν τι συνέβαινε, πήγαν προς την
τουαλέτα πιστεύοντας, λανθασμένα, πως ήταν η έξοδος ή πως υπήρχε τρόπος να
βγουν από εκεί. Οι πυροσβέστες αντίκρισαν σωρό πτωμάτων στο σημείο όταν
κατάφεραν να μπουν.
Οι σκηνές που περιγράφουν όσοι κατάφεραν να βγουν ζωντανοί
είναι δραματικές: Όταν η πόρτα άνοιξε, το ακίνητο πλήθος όρμησε προς τα έξω και
οι θαμώνες γρήγορα βρέθηκαν ο ένας να ποδοπατεί τον άλλον ενώ μερικοί άρχισαν
να λιποθυμούν από τις αναθυμιάσεις.
Οδηγοί ταξί που περίμεναν έξω από το μαγαζί περιγράφουν
τρομαγμένους νεαρούς να βγαίνουν από το μαγαζί, σπάζοντας τα οχήματα που
μπλόκαραν την έξοδο. Μέχρι να καταλάβουν και οι οδηγοί ότι κάτι συνέβαινε και
εμπόδιζαν την έξοδο, ο δρόμος γύρω τους είχε γεμίσει με το κατατρομαγμένο
πλήθος των θαμώνων και, φυσικά, τα οχήματα δεν μπορούσαν να πάνε πουθενά.
Η Ελέν Γκονσάλβες, μητέρα δύο νεαρών
που έμεναν στην Σάντα Μαρία, ξύπνησε το πρωί και συνειδητοποίησε
τρομοκρατημένοι ότι οι γιοι της δεν είχαν γυρίσει σπίτι. Πήγε, όπως και
εκατοντάδες άλλοι γονείς, στο νοσοκομείο ελπίζοντας να μην βρει εκεί τους
γιους της.
Μετά από μερικές ώρες, εντόπισε ζωντανό τον έναν της γιο Γκουστάβο, που είχε γλιτώσει μόνο με μερικά εγκαύματα.
Την ίδια ώρα, μαζεύονται οι σοροί γυμναστήριο κοντά
στο νυχτερινό κέντρο, που είχε μετατραπεί σε προσωρινό νεκροτομείο. Το βράδυ,
η Ελέν Γκονσάλβες έζησε αυτό που έτρεμε περισσότερο:
Ο δεύτερος γιος της, ο Ντέιβις, ήταν ανάμεσα στους νεκρούς.
«Πώς μπορεί να καεί τόσο εύκολα ένα μαγαζί; Ο κόσμος πρέπει να
μάθει τι έγινε. Ξέρω ότι αυτό δεν θα φέρει πίσω το γιο μου, αλλά πρέπει να
ρωτήσω. Το μαγαζί είχε περισσότερο κόσμο από όσο χωρούσε. Γιατί δεν μπόρεσαν
να βγουν έξω;» ρώτησε μπροστά στους δημοσιογράφους.
Πηγή:
http://www.philenews.com/el-gr/Eidiseis-Kosmos/25/131203/me-tis-elleipseis-pou-odigisan-stin-tragodia-sti-santa-maria-aganaktei-i-vrazilia
|